Πέμπτη 23 Ιουλίου 2009

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΜΑΝΗ

Με το όνομα Μάνη φέρεται μια ιδιόρρυθμη περιοχή της Πελοποννήσου και ίσως όλης της Ελλάδας. Γενικά χαρακτηρίζεται η χερσόνησος του Ταΰγετου. Γεωγραφικά η κυρίως Μάνη ή "Μέσα Μάνη" όπως ονομάζεται τοπικά, ορίζεται από τον αυχένα του Ταΰγετου Σαγιά και καταλήγει στο Ακρωτήριο Ταίναρο. Η Μέσα Μάνη διακρίνεται με βάση την κορυφογραμμή στην Ανατολική Μάνη ή Προσήλια Μάνη που βλέπει προς τον Λακωνικό Κόλπο και στη Δυτική Μάνη ή απόσκερη ή αποσκερή Μάνη, που βλέπει στον Μεσσηνιακό Κόλπο. Βορειότερα της Δυτικής Μάνης, δηλαδή από τη περιοχή της Καρδαμύλης, βρίσκεται η Μεσηνιακή Μάνη, ή όπως την αποκαλούν τοπικά η Έξω Μάνη. Ο χωρισμός αυτός διακρίνεται και στα επίθετα των κατοίκων όπου των μεν της προσήλιας Μάνης, Μέσα Μάνης, καταλήγουν σε -άκος, της Δυτικής και Έξω Μάνης σε -έας.
Η περιοχή της Μάνης περιλαμβάνει τις άλλοτε επαρχίες του Γυθείου και Οιτύλου του Νομού Λακωνίας. Η συνολική της έκταση φθάνει τα 1800 τ.χλμ. επί συνολικού μήκους 75 χλμ. και μέγιστου πλάτους 28 χλμ. που καταλήγει στο Ακρωτήριο Ταίναρο, με σπονδυλική στήλη το όρος Ταΰγετος και ψηλότερη κορυφή τον Προφήτη Ηλία (2404μ). Ο συνολικός πληθυσμός της το 1961 έφθανε τους 20.300 κατοίκους που ζούσαν σε 150 περίπου οικισμούς. Σήμερα, η Μάνη αποτελείται από τους Μεσσηνιακούς δήμους Λεύκτρου, Αβίας και τους Λακωνικούς δήμους Σμήνους, Γυθείου, Οιτύλου και Ανατολικής Μάνης.

Γεωγραφία & Διοικητική Οργάνωση

Η Μάνη δυτικά βρέχεται από το Μεσσηνιακό κόλπο και ανατολικά από το Λακωνικό κόλπο. Περιλαμβάνει τμήματα των νομών Μεσσηνίας και Λακωνίας. Νότιο άκρο της είναι το Ακρωτήριο Ταίναρο, το νοτιότερο άκρο της ηπειρωτικής Ελλάδας. Βόρειο όριο της είναι στην πλευρά της Μεσσηνίας ο οικισμός Βέργα, στα νοτιοανατολικά προάστια της Καλαμάτας και στην πλευρά της Λακωνίας μερικά χιλιόμετρα νότια της Σπάρτης. Το Γύθειο αποτελεί τη μεγαλύτερη πόλη της Μάνης, που νοτιότερα αποτελείται κυρίως από διάσπαρτους οικισμούς.
Η περιοχή αποτελούσε μια διοικητικά αυτόνομη, πολιτισμικά συμπαγή, ιστορικά και οικιστικά ξεχωριστή περιοχή στα χρόνια του Βυζαντίου και την Τουρκοκρατία. Η διοικητική ενότητα διατηρήθηκε και μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, αρχικά ως ξεχωριστός νομός, και στη συνέχεια ως τμήμα του Νομού Λακωνίας, μέχρι το 1937 που με νόμο [1] της κυβέρνησης Μεταξά το βόρειο τμήμα της Δυτικής Μάνης (Έξω Μάνη), αποσπάστηκε από την επαρχία Οιτύλου Λακωνίας και προσαρτήθηκε στην επαρχία Καλαμών του Νομού Μεσσηνίας. Ο σκοπός της προσάρτησης αυτής ήταν η διοικητική διαίρεση του ενιαίου των Μανιατών, για την αποδυνάμωση της σκληροτράχηλης κοινωνίας που από την αρχή της ίδρυσης του νέου Ελληνικού κράτους αντιστέκονταν στο να υποταχθούν στην κυβέρνηση του ελληνικού κράτους. (Περισσότερα στην ενότητα Το ενιαίο και αδιαίρετο της Μάνης.)
Πρόκειται για μια περιοχή κυρίως ορεινή, με άνυδρο και άγονο έδαφος, με κλίμα τραχύ το χειμώνα και πολύ θερμό το καλοκαίρι, πολύ αραιοκατοικημένη σήμερα.

Ονομασία

Υπάρχουν πολλές εκδοχές για την προέλευση της ονομασίας Μάνη.
Η κυριότερη είναι εκείνη που παραπέμπει στο κτίσιμο του περίφημου κάστρου της Μαΐνης, στις αρχές του 10ου αι. Το τοπωνύμιο Μαΐνη αναφέρεται για πρώτη φορά στα 876. Στη συνέχεια η ονομασία "Μαΐνη" από αναφορά σε μια πολύ μικρή περιοχή έφτασε να αναφέρει στην ευρύτερη περιοχή που από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας είναι γνωστή ως Μάνη. Η εκδοχή αυτή υποστηρίζεται και από την ονομασία brazzo di Maina (βραχίονας - μπράτσο της Μάνης) που είχαν καθιερώσει οι παραπλέοντες Βενετοί ναυτικοί σε χάρτες και άλλα έγγραφα της εποχής.
Άλλες θεωρίες αναφέρουν:
στη ναυτική εντολή maina=μάινα (μάζεμα) των πανιών που ήταν αναγκασμένοι να κάνουν οι ναυτικοί όταν ταξίδευαν στη θάλασσα του Ταινάρου, λόγω των ισχυρών ανέμων που πνέουν στην περιοχή.
στο θεό Μάνη, αλλιώς ο θεός Ουρανός, πατέρας του Κρόνου και παππούς του Δία.
στο επίθετο μανή (= αραιή, φαλακρή, άδενδρη) που περιγράφει την κυρίαρχη εικόνα αραιής βλάστησης με ελιές και φραγκοσυκιές.
στη λατινική λέξη manes (ψυχή), και στη συσχέτιση της περιοχής με το ψυχοπομπείο και ναό του Ποσειδώνα στο Ακροταίναρο.

Ιστορία

Σύμφωνα με αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή, η Μάνη ήταν κατοικημένη από την παλαιολιθική εποχή. Τα ευρήματα στο Σπήλαιο Απήδημα και ο "Ταινάριος άνθρωπος" έχουν αυξήσει κατακόρυφα το επιστημονικό ενδιαφέρον για την περιοχή. Για πρώτη φορά συναντάμε αναφορές σε πόλεις της περιοχής (Καρδαμύλη, Οίτυλος, Γύθειον, Ενόπη κ.α.) από τον Όμηρο.
Οι πρώτοι κάτοικοι, κατά τον περιηγητή Παυσανία, ήταν οι Λέλεγες. Ακολούθησαν οι Αχαιοί και οι Δωριείς. Για τους επόμενους αιώνες η ιστορία της Μάνης ταυτίστηκε με τη Σπάρτη. Στα ρωμαϊκά χρόνια αποτέλεσε ιδιαίτερη ομοσπονδία, «το Κοινό των Λακεδαιμόνιων». Στα βυζαντινά χρόνια, κατά τον αποικισμό των Σλάβων στην Πελοπόννησο τον 8ο μ.Χ. αιώνα, εγκαταστάθηκαν Σλάβοι στη Μάνη και κυρίως στις πλαγιές του Ταϋγέτου. Οι Μανιάτες έγιναν χριστιανοί στα μέσα του 9ου αιώνα, όταν ήρθε ο Νίκων ο Μετανοείτε για να τους σταθεροποιήσει την πίστη στο χριστιανισμό. Με την πάροδο του χρόνου, με την επίδραση της χριστιανικής θρησκείας και κυρίως με την επικοινωνία και επιμειξία των Σλάβικων χωριών τους με τους Έλληνες κατοίκους, μετά τον εκχριστιανισμό συνετελέσθη και ο εξελληνισμός αυτών. Στους αιώνες που ακολουθούν οι κάτοικοι της περιοχής αποσύρονται στα ορεινά του Ταϋγέτου όταν οι Άραβες σπέρνουν τον τρόμο στα ελληνικά παράλια.
Αργότερα, οι Φράγκοι δυσκολεύτηκαν πάρα πολύ να υποτάξουν τους Μανιάτες, και τελικά αρκέστηκαν στο να χτίσουν τρία φρούρια: του Πασσαβά, της Μεγάλης Μάνης και του Λεύκτρου, για να εξασφαλίσουν τη γενική επίβλεψη της περιοχής. Μετά την πτώση των Βιλλαρδουΐνων, η Μάνη αποτέλεσε περιοχή του δεσποτάτου του Μυστρά, του κράτους των Παλαιολόγων. Η Φραγκική κατάκτηση της Πελοποννήσου τον 13ο αιώνα φέρνει στα βουνά της Μάνης κι άλλους πρόσφυγες. Την ίδια επίσης εποχή αλλά και τα επόμενα χρόνια οι πειρατές έβρισκαν καταφύγιο στις ακτές της Μάνης.
Αμέσως μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους, η Μάνη έγινε το επίκεντρο σημαντικών γεγονότων. Το Μάιο του 1460, που ο Μωάμεθ ο Β' μπήκε στην Πελοπόννησο, γνωρίζοντας τον ιδιότυπο χαρακτήρα των Μανιατών δεν εξεστράτευσε εναντίον τους, αλλά προσπάθησε να προσεταιριστεί τον αρχηγό τους, Κροκόδειλο Κλαδά, για να έχει τη στήριξή του στην προδιαγραφόμενη σύρραξη μεταξύ Τούρκων και Ενετών. Οι Μανιάτες απόκρουσαν τις προσφορές του Τούρκου κατακτητή και συμμάχησαν με τους Ενετούς.
Οι Μανιάτες πολέμησαν με κάθε τρόπο τους Τούρκους. Ουσιαστικά η Μάνη ποτέ δεν υποτάχθηκε. Το μεγαλύτερο διάστημα οι Τούρκοι την άφηναν υπό τη διακυβέρνηση ενός Μπέη, με μοναδική υποχρέωση να πληρώνει φόρο 4.000 γρόσια το χρόνο, που ούτε και αυτό έκανε. Παράλληλα, το απρόσβλητο της περιοχής έκανε πολλούς κατοίκους από τουρκοκρατούμενες περιοχές να καταφεύγουν στη Μάνη.
Στον απελευθερωτικό αγώνα η Μάνη πρόσφερε πάρα πολλά. Η Φιλική Εταιρεία θεωρούσε τη Μάνη ως την πιο ασφαλή αφετηρία για τον ξεσηκωμό και τα γεγονότα δεν τη διέψευσαν. Ιστορική είναι η μάχη της Βέργας, όπου ο Ιμπραήμ ακούγοντας το νέο «Μολών Λαβέ» από τους Μανιάτες, χάνει τα δύο τρίτα του στρατού του, ενώ τον κατατροπώνουν και οι γυναίκες του Δυρού, που με δρεπάνια και ξύλα πετούν το στρατό του στην θάλασσα, ματαιώνοντάς τη προσπάθειά του για απόβαση.
Μετά την ηρωική περίοδο της επανάστασης του 1821, στις προσπάθειες του Ιωάννη Καποδίστρια και του Όθωνα να ανασυντάξουν σε ενιαίο κράτος τις απελευθερωμένες περιοχές, οι Μανιάτες αντιστέκονταν στο να υποταχθούν στην κυβέρνηση του ελληνικού κράτους, αντιδρώντας στο διοικητικό σύστημα πού επιβλήθηκε. Η αντίδραση τους αυτή εκδηλώθηκε ένοπλα, και σημαδεύτηκε με τη δολοφονία του Καποδίστρια από τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη, γιο του οπλαρχηγού και ηγεμόνα της Μάνης Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Οι τελευταίες ταραχές έγιναν το 1862-63, στα επόμενα χρόνια επικράτησε μια προσπάθεια συμβιβασμού και η Μάνη ειρήνευσε.

Δεσμοί με Μακεδονία και Κρήτη

Κατεξοχήν εκπαιδευμένοι ως πολεμιστές, οι Μανιάτες δεν σταμάτησαν με την απελευθέρωση του τόπου τους. Πολέμησαν ηρωικά σε όλους τους αγώνες της πατρίδας μας, στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο, στην Κρήτη και στη Μικρά Ασία.
Ειδικότερα, η σημαντική προσφορά των Μανιατών στο Μακεδονικό Αγώνα [4](1904 – 1907), με χιλιάδες εθελοντές αγωνιστές που ακολούθησαν τους Μανιάτες καπεταναίους οπλαρχηγούς του ελληνικού στρατού, έχει διατηρήσει έκτοτε ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των Μακεδόνων και των Μανιατών.
Λόγω της εγγύτητας της νότιας Πελοποννήσου με τη δυτική Κρήτη και τα Κύθηρα, των εμπορικών και ναυτικών σχέσεων, αλλά και της ασφάλειας των απόρθητων χωριών της Μάνης, υπήρξαν κρίσιμες ιστορικές στιγμές όπου Κρητικοί βρήκαν καταφύγιο και εγκαταστάθηκαν εκεί. Το 1645, όταν οι Τούρκοι επιτέθηκαν εναντίον των Ενετών και κατέλαβαν τα Χανιά, όπως και το 1669, όταν η πόλη του «Χάνδακος» (Ηράκλειο) παραδόθηκε στους Τούρκους, οι κάτοικοι της πόλης και άλλοι Κρητικοί που είχαν καταφύγει εκεί, πέρασαν στις απέναντι ακτές της Μάνης όπου πίστευαν ότι θα ήταν ασφαλείς.
Υπήρξαν όμως και Μανιάτες που αναζήτησαν καταφύγιο στην Κρήτη, σε στιγμές όπως το 1715 (ανακατάληψη της Πελοποννήσου από τους Τούρκους) και το 1770 (μετά τα Ορλωφικά). Στην μεγάλη κρητική επανάσταση του 1866-69 οι Μανιάτες φέρθηκαν στους Κρητικούς σαν γνήσιοι αδελφοί, όταν εκατοντάδες εμπειροπόλεμοι εθελοντές Μανιάτες βρέθηκαν στην Κρήτη. Την ίδια συμπεριφορά έδειξαν οι Μανιάτες και στην Επανάσταση του ‘97.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ηγετική φυσιογνωμία της Κρήτης με καταγωγή της οικογένειάς του από τη Λακωνική Μάνη, είχε δηλώσει "Αισθάνομαι υπερηφάνεια, διότι στις φλέβες μου ρέει διασταυρωμένο Λακωνικό και Κρητικό αίμα και άμα έχω κοντά μου τους Κρητικούς και τους Μανιάτες έχω ολόκληρη την Ελλάδα".

Ήθη και Έθιμα

Η άγονη χερσόνησος και η ιστορική σύνδεση με την Αρχαία Σπάρτη μεταγγίζουν στους κατοίκους ασυμβίβαστο χαρακτήρα, αυστηρά ήθη, σκληρά έθιμα, ελευθερία, θυσίες, καθώς και ειλικρίνεια, ψυχικό θάρρος, φιλότιμο και φιλοπατρία. Επιδεικνύουν μεγάλο σεβασμό προς τις παραδόσεις, την οικογενειακή τιμή και τους νεκρούς, και μια τοπικιστική αντίληψη, που πηγάζει από την υπερηφάνεια ότι ουδέποτε υποδουλώθηκαν σε ξένους και πάντοτε έζησαν ελεύθεροι. Μοναδικά ήθη και έθιμα που καταγράφονται στη Μάνη είναι ο γδικιωμός, η τρέβα (η προσωρινή ανακωχή εχθροπραξιών), τα μοιρολόγια.
Την πρώτη θέση στη ιεραρχία της οικογένειας κατείχε ο πατέρας, ή σε περίπτωση θανάτου ο πρωτότοκος γιος. Τα θηλυκά μέλη δεν είχαν ούτε κληρονομικά ούτε άλλα δικαιώματα. Το διαζύγιο ήταν άγνωστη λέξη. Οι άνδρες ήταν διαρκώς απασχολημένοι είτε με τους οικογενειακούς πολέμους είτε ενάντια στους εξωτερικούς εχθρούς. Αυτός ήταν και ο κυριότερος λόγος που ξεχώριζαν τα αρσενικά παιδιά, γιατί αποτελούσαν ασφάλεια για την οικογένεια και μέγιστη προσφορά στην πατρίδα σε καιρό πολέμου.

Αξιοθέατα

Περαστικός βλέπεις τη Μάνη σε τρεις μέρες, περπατητής σε τρεις μήνες και για να δεις την ψυχή της θέλεις τρεις ζωές. Μια για τη θάλασσα, μια για τα βουνά της και μια για τους ανθρώπους της".
Στη Μάνη υπάρχουν αμέτρητοι πέτρινοι πύργοι, 7 κάστρα, πληθώρα αρχαιολογικών χώρων, βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες με εξαίρετες αγιογραφίες. Στην περιοχή βρίσκονται οι 98 από τους 118 παραδοσιακούς οικισμούς της Πελοποννήσου, μαζί με πολλά σπήλαια, καλντερίμια και φαράγγια για πεζοπόρους. Τα χωριά της Μάνης διατηρούν την παραδοσιακή αρχιτεκτονική και τον ιδιαίτερο τρόπο ζωής τους. Φωλιασμένα ανάμεσα στους ορεινούς όγκους, πανέμορφα και επιβλητικά, περιμένουν να διηγηθούν την ιστορία τους στους επισκέπτες.
Από το τοπίο της Μεσσηνιακής Μάνης, ξεχωρίζουν: η Καρδαμύλη, με τα βυζαντινά μνημεία και το φαράγγι του Βυρού, η Στούπα, η γραφική Λαγκάδα με τα πέτρινα πυργόσπιτα, τα χωριά του Ταΰγετου Τσέρια, Καστάνια και Μηλιά.
Το Γύθειο με το γραφικό λιμάνι και την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, Η Αρεόπολη με τα καλντερίμια και τους πύργους της που έχουν ανακηρυχθεί μνημεία. Τα σπήλαια του Διρού, το Λιμένι απέναντι από το ομηρικό Οίτυλο, ο Γερολιμένας, η Βάθεια, ο Κότρωνας με τις μαγευτικές παραλίες του και την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, το Πόρτο Κάγιο, η Λάγια , Ακρωτήριο Ταίναρο και ο Κότρωνας είναι λίγα μόνο από τα αξιοθέατα της (λακωνικής) Μέσα Μάνης.
Θυμαρίσιο μέλι, καπνιστό σύγκλινο, δίπλες, λάδι, ελιές, και αρωματικά φυτά (τσάι, φασκόμηλο, θυμάρι κ.ά.) είναι τα δώρα του Ταΰγετου για τους επισκέπτες, χωρίς να παραγνωρίζονται και τα υπέροχα "λούπινα" όπως ξέρουν να τα σερβίρουν οι ντόπιοι στους επισκέπτες τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: